Μενού Κλείσιμο

Κυριακή του Παραλύτου της Βηθεσδά.

«Ἔγειρε, ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει. Καὶ εὐθέως ἐγένετο ὑγιὴς ὁ ἄνθρωπος» (Ιω. 5,8-9).

Ο Χριστός μας μαζί με τους μαθητές του ανέβηκε στα Ιεροσόλυμα για την εορτή της Πεντηκοστής των Ιουδαίων. Όπως όλες οι παλιές πόλεις έτσι και η Ιερουσαλήμ, περιβαλλόταν από τείχη, τα οποία είχαν διάφορες πύλες, από τις οποίες περνούσαν όσοι έμπαιναν και έβγαιναν από την πόλη. Μια από αυτές ήταν και η λεγομένη προβατική, διότι από εκεί περνούσαν τα προς θυσίαν στο ναό πρόβατα και κοντά σε αυτήν την πύλη ήταν μια δεξαμενή, η κολυμβήθρα Βηθεσδά, που είχε γύρω της πέντε στοές. Εκεί βρίσκονταν πολλοί άρρωστοι, τυφλοί, ανήμποροι κατά τα πόδια ή τα χέρια, και όλοι αυτοί περίμεναν να γιατρευτούν, διότι κατά διαστήματα άγγελος Κυρίου τάρασσε τα νερά της κολυμβήθρας και όποιος έμπαινε πρώτος σε αυτά γινόταν καλά από οποιοδήποτε νόσημα υπέφερε.

Αυτή την κολυμβήθρα επισκέφθηκε ο Κύριος και κατευθύνθηκε προς κάποιον που ήταν παράλυτος τριάντα οκτώ ήδη χρόνια και τον ρώτησε· «θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;» θέλεις να θεραπευτείς;

Γιατί όμως πήγε ο Κύριος συγκεκριμένα σε αυτόν τον άρρωστο και άφησε όλους τους άλλους; Για να δείξει την καρτερία του, μας λέει ο άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος. Ας ντραπούμε και ας στενάξουμε για την πολλή μας ραθυμία. Τριάντα οκτώ χρόνια έμεινε στο ίδιο μέρος εκείνος και μ’ όλο που δεν πετύχαινε ό,τι ήθελε, δεν απομακρυνόταν. Και δεν πετύχαινε όχι από δική του αδιαφορία αλλά διότι τον εμπόδιζαν και τον παραμέριζαν οι άλλοι. Και όμως δεν απογοητευόταν. Εμείς όμως λίγες μέρες αν μείνουμε κάπου και παρακαλέσουμε για κάτι και δεν το επιτύχουμε απογοητευόμαστε και παύουμε να δείχνουμε τον ίδιο ζήλο. Και οι άνθρωποι μεν πολλές φορές μας απογοητεύουν. Η ελπίδα όμως στον Κύριό μας «οὐ καταισχύνει», δεν ντροπιάζει, δεν απογοητεύει. Και ενώ από αυτόν θα πάρουμε μεγαλύτερη από τους κόπους μας αμοιβή, δεν θέλουμε να μένουμε με την προσευχή κοντά του με τον ζήλο που πρέπει. Αλλά είναι κουραστική, θα έλεγε κάποιος, η αδιάκοπη προσευχή. Αλλά ποια αρετή δεν είναι κοπιαστική; Και αν ακόμη δεν ήταν δυνατόν να πάρουμε εκείνο που ζητάμε, αυτή την αδιάκοπη συνομιλία, τη συνεχή επικοινωνία με το Θεό δεν πρέπει να τη θεωρούμε μέγιστο αγαθό;

Και τι απάντησε ο παράλυτος στην ερώτηση του Κυρίου αν θέλει να γίνει καλά; «Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω». Δεν έχω κάποιον να με βάλει στην κολυμβήθρα όταν ταραχθεί το νερό.

Πόσες φορές και εμείς δεν νοιώθουμε ή και δεν εκφράζουμε το παράπονο· «άνθρωπον ουκ ἔχω». Δεν έχουμε κάποιον να μας καταλάβει, κάποιον να μας βοηθήσει στη δυσκολία μας, κάποιον που να μας αγαπά πραγματικά. Και όμως πάντα έχουμε τον Θεάνθρωπο που είναι έτοιμος να μας ακούσει, που μας καταλαβαίνει καλύτερα και μας αγαπά περισσότερο από ότι εμείς καταλαβαίνουμε και αγαπούμε τον εαυτό μας· που θέλει να μας βοηθήσει προσφέροντάς μας, όχι όμως ό,τι εμείς θέλουμε –και συνήθως εμείς θέλουμε το βόλεμα στη ζωή αυτή- αλλά ό,τι πραγματικά μας συμφέρει. Αρκεί να τον πλησιάζουμε με εμπιστοσύνη, να του ζητούμε με πίστη, και να δεχόμαστε ό,τι αυτός μας δώσει, λέγοντας το «νάναι ευλογημένο». Αυτό που μου έδωσες είναι το καλύτερο για τη σωτηρία μου.

Στη συνέχεια θεράπευσε ο Κύριος τον παράλυτο, αργότερα δε, όταν τον είδε στο ιερό, του είπε· «δες, έχεις γίνει καλά· από εδώ και πέρα μη αμαρτάνεις, για να μη πάθεις κάτι χειρότερο». «Από εδώ μαθαίνουμε» σημειώνει ο άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος «ότι από αμαρτίες προερχόταν η αρρώστιά του». Και τίθεται τώρα το ερώτημα· όλα τα νοσήματα προέρχονται από αμαρτίες; «Όχι όλα» απαντά άλλος ερμηνευτής της Εκκλησίας «αλλά τα περισσότερα». Μερικά οφείλονται σε δική μας ραθυμία ή απροσεξία. Άλλα, όπως στην περίπτωση του Ιώβ, επιτρέπει ο Θεός να έλθουν για να αναδειχθεί η αρετή του εναρέτου, για να λάβει μεγαλύτερα στεφάνια και να ωφεληθούν οι άλλοι.

Έτσι και εμείς, όταν αρρωστήσουμε, ας φροντίσουμε για την υγεία του σώματος αλλά και της ψυχής μας με τη μετάνοια. Ας πάμε στο γιατρό αλλά και στην ιερά Εξομολόγηση. Ας πάρουμε το φάρμακο αλλά ας κάνουμε και το ειδικό για τις περιπτώσεις αυτές ιερό Ευχέλαιο.

Αλλά ας επανέλθουμε στην κολυμβήθρα Βηθεσδά. Οι άγιοι Πατέρες βλέπουν να υπάρχει ένας συσχετισμός μεταξύ της κολυμβήθρας αυτής και της Εκκλησίας, δηλαδή του αγίου Βαπτίσματος. Εκεί οι άνθρωποι έμπαιναν σωματικά άρρωστοι και έβγαιναν σωματικά υγιείς. Εδώ, στην κολυμβήθρα της Εκκλησίας, μπαίνουν οι άνθρωποι πνευματικά νεκροί και βγαίνουν πνευματικά ζωντανοί. Τα νερά της Βηθεσδά δεν ήταν ιαματικά αλλά θαυματουργικά, διότι δεν γίνονταν καλά όλοι, ούτε πάντα, αλλά μόνο εκείνος που έμπαινε πρώτος μετά την ταραχή του νερού από τον άγγελο. Και το νερό του Βαπτίσματος με τις ευχές της Εκκλησίας δέχεται τη χάρη του Θεού και με αυτή ο άνθρωπος, ο πνευματικά νεκρός, καθαρίζεται από το προπατορικό και τα προσωπικά του αμαρτήματα, γίνεται μέλος του Σώματος του Χριστού και αρχίζει να ζει μια νέα ζωή, την ζωή του Χριστού.

Βηθεσδά θα πει «οἶκος ἐλέους». Και τέτοια είναι η Εκκλησία, οίκος ελέους του Θεού. Και αν εκεί το έλεος του Θεού εκδηλωνόταν μερικές φορές, εδώ υπάρχει συνέχεια. Και αν εκεί θεραπευόταν μόνο ο πρώτος, εδώ θεραπεύονται όλοι, αρκεί να το θέλουν. Πρέπει να το θέλουν, διότι η χάρη του Βαπτίσματος, δεν χάνεται μεν ποτέ αλλά και δεν δρα μαγικά, δηλαδή χωρίς τη δική μας συγκατάθεση και συνεργασία. Χρειάζεται διαρκώς να ενεργοποιούμε τη χάρη, να ζούμε σύμφωνα με τη χάρη του Θεού που πήραμε, δηλαδή σύμφωνα με τις εντολές του Χριστού. Και όταν με τις αμαρτίες μας λερώνουμε την ψυχή μας και με τα πάθη καταχωνιάζουμε τη χάρη του Βαπτίσματος, υπάρχει η δυνατότητα αποθεραπείας, η δυνατότητα αποκαταστάσεως της σχέσεώς μας με το Θεό με το δεύτερο βάπτισμα, το μυστήριο της μετανοίας και της ιεράς Εξομολογήσεως.

Όλα αυτά όμως γίνονται μόνο μέσα στο θεραπευτήριο της μίας Αγίας και Καθολικής Εκκλησίας, δηλαδή μόνο μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Και εμείς που έχουμε την μέγιστη ευλογία να βρισκόμαστε μέσα σε αυτό το μοναδικό θεραπευτήριο, ας παραμένουμε και ας μη απομακρυνόμαστε από αυτό, είτε από αδιαφορία είτε παρασυρμένοι από κάποια αίρεση. Ας βρούμε τους απλανείς οδηγούς και διακριτικούς θεραπευτές και ας ακολουθούμε τις συμβουλές τους, τις εντολές του Χριστού. Και τέλος, ας παίρνουμε με όλα τα μυστήρια και τις αγιαστικές πράξεις, το αναντικατάστατο φάρμακο της χάρης του Αγίου Πνεύματος, με τη βέβαιη ελπίδα ότι ο Χριστός θα θεραπεύσει και τις δικές μας ψυχές και θα μας χαρίσει τη δική του ζωή, την αιώνια ζωή, για την οποία αυτός ο ίδιος μας έπλασε και την οποία βαθύτερα, από την κατασκευή μας, όλοι μας επιθυμούμε. Αμήν.

Κοινοποίηση άρθρου:
Κατηγορία: Ομιλίες, Το νόημα των εορτών

Σχετικά άρθρα